Μισώ σε με ολότελα, αχρείε νάρκη,
Που βρόντηξες βάναυσα το κορμί μου,
Στην ίψι σου κρύφτηκες, σαν δαίμονας,
Κι έσπειρες ανείπωτη αγωνία.
Σιωπή μου κρατούσα, κρυφτός πόνος,
Αλλά τώρα φωνή μου ψυχής μου έξω,
Αποκαλώντας σε δριμές καταρες,
Στιγματίζοντας την ατιμία σου μου.
Σαν αετός ύψιστος, όμως, θα πετώ,
Αφήνοντας πίσω τα ίχνη σου σκοτεινά,
Κι ας γεμίζεις έτσι τον κόσμο σου με χάσματα,
Εγώ θα λάμψω ανέμελα, ψυχή αθάνατη.